Την ερχόμενη Πέμπτη ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα συναντηθεί με τον γ.γ. του ΟΗΕ και τον Τουρκοκύπριο ηγέτη στο πλαίσιο μιας νέας τριμερούς συνάντησης για τις συνομιλίες στο Κυπριακό. Η συνάντηση θα είναι και η 112η στη σειρά από τότε που άρχισαν οι απευθείας συνομιλίες. Από τον Σεπτέμβριο δηλαδή του 2008.
Η πρώτη τριμερής πραγματοποιήθηκε στις 18 Νοεμβρίου 2011 στη Νέα Υόρκη, η δεύτερη στις 26 Ιανουαρίου 2011 στη Γενεύη και στις 7 Ιουλίου αναμένεται η τρίτη… Να υπενθυμίσουμε και την κάθοδο του γ.γ. του ΟΗΕ στην Κύπρο στις 31 Ιανουαρίου 2010, και είναι για να διερωτάται κάποιος… Προς τι όλες αυτές οι συναντήσεις; Και μάλιστα με τον γ.γ. του ΟΗΕ;
Πρωτίστως, προκύπτει το ερώτημα για τον ίδιο τον γενικό γραμματέα. Ο Μπαν Κι Μουν δεν σκέφτεται το δικό του προφίλ και υπόληψη; Δεν τον ενδιαφέρει να προστατέψει το κύρος του και αποδέχεται να εμπλακεί προσωπικά σε μία διαδικασία της οποίας η επιτυχία αν παιζόταν στα γραφεία στοιχημάτων θα πλήρωνε 1:10.000, ενώ η μη επιτυχής κατάληξη της θα ήταν 1:1 ή καλύτερα «no offer»;
Από την άλλη, που είναι και το πλέον πιθανό, είναι πως ο ίδιος ο γ.γ. αλλά και τα Ηνωμένα Έθνη αντιλήφθηκαν το «παιχνίδι» και μας δουλεύουν και αυτοί ψιλό γαζί όλους. Κάνουν, λέει, κι’ αυτοί τη δουλειά τους. Υιοθέτησαν, για παράδειγμα, πλήρως τις αοριστολογίες περί μη ασφυκτικών χρονοδιαγραμμάτων κτλ με αποτέλεσμα ο διάλογος να οδηγείται σε μία ατέρμονη συζήτηση και κωλυσιεργία που στο τέλος αγγίζει και τα όρια της κοροϊδίας.
Και η προϋπόθεση «χωρίς ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα» έχει βεβαίως κάποια λογική, νοουμένου όμως ότι η φράση δεν χάνει τη λογική της ερμηνεία, ακόμη και υπό τη θεωρία της σχετικότητας. Διότι «ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα» για την ετοιμασία ενός σάντουιτς από ένα μάγειρα θεωρείται όταν έχει στη διάθεσή του ένα χρονικό περιθώριο 30 με 50 δεύτερα. Αν σου ζητήσει όμως να του δώσεις χρόνο τρεις ώρες για να στο ετοιμάσει (αλλιώς θα θεωρεί ότι του θέτεις «ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα») το πιθανότερο είναι ότι θα τον βρίσεις και θα φύγεις.
Αν και υπεραπλουστευμένο παράδειγμα καταδεικνύει τον κρετινισμό πίσω από τη συγκεκριμένη ορολογία και στο Κυπριακό. Η ορολογία «ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα» υιοθετήθηκε ή καλύτερα εφαρμόστηκε ως «πολιτική αρχή» της ελληνοκυπριακής πλευράς από το 2005. Έκτοτε πέρασαν έξι χρόνια και συνεχίζουμε μέχρι σήμερα να μιλάμε για «ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα», αυτοεγκλωβίζοντας τον εαυτό μας και δίδοντας επιχειρήματα στην τουρκική πλευρά να μας κατηγορεί για «κωλυσιεργία».
Πέραν όμως της πτυχής που αφορά τον ίδιο τον ΟΗΕ, ο οποίος κάποτε πρέπει επιτέλους να αναλάβει τις ευθύνες του και να μην επιτρέψει την περαιτέρω κοροϊδία, υπάρχει και το άλλο μέρος, αυτό της ελληνοκυπριακής πλευράς. Του Προέδρου Χριστόφια.
Έως πότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα ανέχεται για παράδειγμα την αδιαλλαξία και τη διχοτομική προσέγγιση της τουρκοκυπριακής πλευράς; Και αυτό το ερώτημα, για να μην υπάρχει παρεξήγηση, τίθεται λαμβάνοντας ως δεδομένη την ειλικρίνεια του Προέδρου, ότι όντως η τουρκοκυπριακή πλευρά εμφανίζεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με συνομοσπονδιακές θέσεις. Και γιατί την ειλικρίνεια του Προέδρου; Διότι ακριβώς περί αυτού πρόκειται. Μέχρι σήμερα, στις 111 συναντήσεις, δεν έγινε καμία ανασκόπηση από τρίτο παρατηρητή, στην προκειμένη από τα Ηνωμένα Έθνη, που να προκύπτει ότι πράγματι η τουρκοκυπριακή πλευρά είναι εκτός παραμέτρων των συμφωνηθέντων πλαισίων της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.
Οπότε εκ των πραγμάτων μας απομένει η ειλικρίνεια και η ικανότητα κρίσης του Προέδρου της Δημοκρατίας, την οποία και επικαλούμαστε για τους σκοπούς του ερωτήματος. Εν συνεπεία και πιστώνοντας τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, προκύπτουν δύο σφάλματα τακτικής από πλευράς του Προέδρου Χριστόφια:
Πρώτον, ότι δεν μερίμνησε να τεθεί η τουρκοκυπριακή πλευρά προ των ευθυνών της, καλώντας μέχρι και τα Ηνωμένα Έθνη, είτε να συμμορφώσουν την τουρκική πλευρά είτε να αποδώσουν ευθύνες, και δεύτερον, ότι συνεχίζει να συνομιλεί με «βάρκα την ελπίδα», με τον κίνδυνο, όμως, να εγκλωβίσει την ελληνοκυπριακή πλευρά σε μία διαδικασία που στο τέλος θα της επιρριφθούν και ευθύνες με τις όποιες συνέπειες.
Καταληκτικώς, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μεταβαίνοντας στη Γενεύη θα πρέπει να διερωτηθεί, μήπως –αν όντως η τουρκική πλευρά προσέρχεται με συνομοσπονδιακές θέσεις– είναι καιρός να καταγγείλει τη στάση αυτή και να καλέσει τα Ηνωμένα Έθνη να αποδώσουν ευθύνες;
Παναγιώτης Τσαγγάρης